...

...

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΕΛΙΑΝΑΙΟΣ

Γιάννης Ζελιαναίος - Αυτό το ποίημα...



Αυτό το ποίημα είναι για σένα
που τρελαίνεσαι πριν πέσεις στο κρεβάτι
και μουρμουράει η γυναίκα σου για τους απλήρωτους λογαριασμούς
και τρελαίνεται η μάνα σου για τις αδιόρθωτες συμπεριφορές σου
και σου μιλάνε οι φίλοι σου για τις ακάθαρτες σιωπές.

Αυτό το ποίημα είναι για ‘κείνους που μαύρισαν τα χέρια τους
και πίνουν ούζα στου καφενείου την πληρωμή,
που σταυρώνονται στους πάγκους για τρεις κι εξήντα
και τους γαμούν οι τράγοι της πολιτικής,
τα κωλόπαιδα με τις σιδερωμένες γραβάτες.

Αυτό το ποίημα είναι γι’ αυτούς που δεν καταλαβαίνουν 
τους γραφιάδες των free press

‘κείνους που λέν’ τι όμορφα είναι τα βράδια της πόλης
γιατί ποτέ δεν άνοιξαν φάκελο με λογαριασμό
γιατί η μάνα ξεσκάτιζε τα βρακιά τους απ’ τα ερασιτεχνικά μεθύσια
και ο πατέρας φρόντιζε τα πλυμένα τους αρχίδια.

Αυτό το ποίημα είναι για τους μαλάκες ποιητές
που νόμιζαν πως τα λόγια είναι δυο ποτάμια.
Που δεν ρόζιασαν ποτέ τους τις παλάμες
και γίνανε το λουρί ενός ατάλαντου.
Για τα Παρίσια τους
και τις αγύμναστες κωλοτρυπίδες τους
για τους μπαμπάδες στρατηγούς τους
και τις γιαγιάδες νταβατζήδες τους.
Για τα ποτά των 10 ευρώ τους στα μπαρ της γελοιότητας
για το βυζί της μάνας τους που έγινε εικονοστάσι
και τα ημερωμένα μεσημεριάτικα πρωινά τους 
που δεν υπήρχε ποτέ το ξυπνητήρι.


Αυτό το ποίημα είναι για
τους πενηντάρηδες οικοδόμους
που πίνουν ότι βρουν μπροστά τους
μονάχα για να σταματήσουν τα χρόνια
και τις γυναίκες τους που μετράν τις δεκάρες στα μπακάλικα της γειτονιάς μην τυχόν και φάνε ξύλο το βράδυ.

Αυτό το ποίημα είναι για τους χαρτογιακάδες
που έπιασαν τον παπά απ’ τα αρχίδια
και τους παπάδες που έγιναν αρχίδια.
Αυτό το ποίημα είναι για τούτη την πόλη
που δεν κατάλαβε ποτέ από που της ήρθε
και βολεύεται με τα ίδια σκατά
εδώ και κάποιες δεκαετίες
και θα βολεύεται για χρόνια ακόμη
καθώς οι σκύλες θα γαβγίζουν τα βράδια
οι μπεκρήδες θα μετράνε ατυχία
και τ’ αποτσίγαρα θα χορεύουν κλακέτες
πάνω στον ίδιο ρυθμό του θανάτου.

“Ο διάβολος πάνω σε στρατσόχαρτο”, 2009


Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2013

Βόλτα


Σε έναν γέρο, γερό τσαγκάρη
Λιπόσαρκο από πείνα, από μέθη;
Άφησα την καρδιά μου, να την μαντάρει
Τακούνια και καινούργιες σόλες πλέον να έχει

Τα τακούνια της κρότο και θόρυβο να αντηχούν
Στα πεζοδρόμια της άρνησης
Δίπλα στο αίμα των πρώτων εξεγερμένων
Στις γειτονιές της Αθήνας, του Καϊρου και της Δαμασκού

Στις σόλες της θα στοιβάζονται
Δάκρυα υποσιτισμένων παιδιών
Χαμόγελα σκυθρωπών αυτοχείρων
Αρνήσεις ένοχων στύσεων
Και η λευκότητα του χεριού σου

Η οργή σβέλτο βάδισμα να γίνει
Στον δρόμο που πρέπει να περπατήσουμε
 …..για να υπάρξει
Στο μέλλον που πρέπει να καθορίσουμε
…για να υπάρξει
Στον έρωτα που έχουμε δοθεί
…για να υπάρξει

Ο έρωτας μας, η επανάσταση μας….. η δειλία τους, η ενοχή τους.

  

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2013

Κλειστό Μέχρι Νεοτέρας



Και αν μείνουν τα σχολεία κλειστά
Οι αλάνες θα είναι ανοιχτές για να παίξω
Οι φίλοι μου δεν θα έχουν κατεβάσει ρολά
Θα τους μιλήσω για το κορίτσι που μ αρέσει
Και η πλατεία καλοκαιρινές αναμνήσεις θα γεμίσει

Και αν μείνουν κλειστά τα σχολεία
Οι βιβλιοθήκες θα μείνουν ανοιχτές
Και ένα ωραίο μεγάλο βιβλίο
κάποιος θα βρεθεί να μου δανείσει
που θα μιλάει για την αξία των παιδιών και του έρωτα

και αν μείνουν τα σχολεία κλειστά
ακόμα παίζονται  παραστάσεις
στα υπαίθρια θέατρα της πόλης
θα σκαρφαλώσω με τον πατέρα μου στα βραχάκια
και ένας άλλος κόσμος θα ανοιχτεί μπροστά μου

και αν μείνουν κλειστά τα σχολεία

η ζωή μου θα γίνει μάθηση…


"Με αφορμή τις απεργιακές κινητοποιήσεις 
των εκπαιδευτικών,τον Σεπτέμβριο"

Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2013

Το Νησί



Ας είναι μετανάστευση, ας είναι εξορία
Ας μπορέσουν έστω για λίγο να μας συγχωρέσουν οι άνθρωποι
Που πήραμε δρόμο αλμυρό και φτάσαμε σε αυτή την γωνιά του κόσμου
Ξέρω κουράστηκες και εσύ, σε είδα πως αντιδρούσες στα δυνατά γέλια
Και πως έσκυβες την πλάτη στο κλάμα των παιδιών

Εσοχή των ονείρων, αφάνταστη φαντασία
Φτωχό χωρίς τους καταρράκτες των μαλλιών σου
Και βλέπει την θάλασσα, όπως το ήθελες
Δεν πονώ , όπως το ήθελες
Σκεπή τον ουρανό  και δάπεδο βότσαλο ψιλό

Πως καρφώνονται τα μάτια μας
Εκεί που τα σύννεφα δαγκώνουν τα κύματα
Περιμένοντας στο λιμάνι για νέα των φίλων
(ζεστό το χέρι σου μέσα στο παλτό μου)
Να τα λογαριάσουμε, να τα μετρήσουμε
Και το ζύγι να βγάλει λύπες και χαρές

Στο ύψωμα παλεύεις με τους ανέμους
Ξορκίζεις την παγωνιά στο κράξιμο των χελιδονιών
Τραντάζεις τους ουρανούς και η Άνοιξη ζυγώνει
Και βάλθηκες γυμνή να ασπρίσεις στους πρόποδες του Πάσχα



Το άσπρο εσύ, ο ασβέστης και  η ψυχή των νεογέννητων
Τα γαλάζιο εγώ ο ουρανός και η θάλασσα
Μάνα των παιδιών όλου του κόσμου
Αμήχανο βλέμμα των παρθένων

Με τα παιδιά του νησιού σε ακολουθούμε στα σοκάκια
Συγκρίνουμε το ύψος σου με το ανάστημα των αθανάτων
Στο χαμόγελο σου ψάχνουμε  την σιωπή της Κέρου
Πίνοντας στα καπηλειά των καπετάνιων

                                                                    «Στον άνθρωπο μου, τον σύντροφο μου
                                                                           Την Μαρία»

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2013

Παραλήρημα


ΠΑΡΑΛΛΗΡΗΜΑ
«Στάθηκα στον παράδρομο όσο πιο όμορφη είναι η μέρα
Τόσο πιο βάσανο η ζωή»
                       Θ. Παπακωνσταντίνου


Θα έρθει
Δεν μπορεί παρά να έρθει
Η νύχτα, νύχτα θα γεννά και νύχτα θα ξημερώνει
Μάχη θα δώσουμε για να ξανακερδίσουμε το φως
Νύχτα βαριά
Και κοίτα ,ούτε το αίμα δεν θα μπορέσουμε να ξεχωρίσουμε
Δικό μου ,δικό σου
Του εχθρού ,του θνητού
Των παιδιών ,των κυβερνώντων
Ποιανού ;
Θα έρθει
Δεν μπορεί παρά να έρθει
Ο χειμώνας ,χειμώνα θα γεννά και χειμώνα θα ξεχειμωνιάζει
Μάχη θα δώσουμε για να ξανακερδίσουμε τα καλοκαίρια μας
Χειμώνας βαρύς
Και κοίτα ,ούτε την δικαιοσύνη δεν θα μπορούμε να ξεχωρίσουμε
Των θυμάτων ,των δολοφόνων
Των ανταρτών ,των χιτών
Του έρωτα ,του μίσους
Ποιανού;

Για την χοντρή την πέτσα του ανιστόρητου
Για την απανθρωπιά της εμπροσθοφυλακής
Για το παραστατικό της αμορφωσιάς
Για την οικουμενικότητα της βάσης
Για την σιωπή της τέχνης
Για τον πολιτισμό των ηλιθίων
Για το κράτος εν κράτη του παρακράτους
Για την ποινικοποίηση της λογικής
Για την ντροπή του πελάτη της πόρνης
Για την μούτζα της πλατείας
Για το κωλοδάχτυλο της εξουσίας
Για τον ιδρώτα που έριξες στις πίστες
Για το αμάξι που δε χωράει την μεγαλοσύνη σου
Για τα αγχωμένα γαμήσια σου
Για την μουρμούρα του μισθού σου
Για τις καύλες του αφεντικού σου
Για το φτηνό ποτό σου που το θέλεις περιποιημένο


Πώς να αντέξουμε την θυσία
Με την θύμηση μιας μίζερης ζωής ;
Πώς να αντέξουμε τα πρόσωπα μας σε σημαίες
Όταν βλαστημούμε το είδωλο μας στον καθρέφτη ;